George Sampsonidis

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΜΨΩΝΙΔΗΣ

Liminality

13 Μαρτίου  –  13 Απριλίου 2024

   Η Αίθουσα Τέχνης Καππάτοςοδός Αθηνάς 12, Αθήνα, παρουσιάζει τον καλλιτέχνη Γιώργο Σαμψωνίδη σε Ατομική Έκθεση , με τον τίτλο «Liminality».

Μία ενότητα με υβριδικά ζωγραφικά έργα στα οποία ο καλλιτέχνης, με την διακριτή επέμβαση της τεχνολογίας, δημιουργεί μία νέα παραστατικότητα, ρευστή, αβέβαιη, μεταβαλλόμενη και επιδεχόμενη όχι μόνο μία νέα ανάγνωση της ιστορικότητας και της σημερινής καθημερινής πράξης αλλά και μία άλλη σχέση με τον χρόνο και την πραγματικότητα, δημιουργώντας ερωτήματα για την αντιληπτικότητα και βεβαιότητα της δικής μας ενσυναίσθησης.

Ο Γιώργος Σαμψωνίδης έχει σπουδάσει στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας BFA, 2012 και έχει λάβει Μεταπτυχιακό Τίτλο απο το Ιόνιο Πανεπιστήμιο στο τμήμα Οπτικοοακουστικών Τεχνών της Κέρκυρας MFA το 2019.

Εγκαίνια  Τετάρτη 13 Μαρτίου, 19:00 – 22.00    Διάρκεια μέχρι 13 Απριλίου 2024

 Ώρες λειτουργίας: Τετάρτη έως Παρασκευή 14:00-20:00, Σάβατο 12:00-15:00.

Μετρό Μοναστηράκι.

Γ.ΣΑΜΨΩΝΙΔΗΣ: ΣΥΝΘΕΤΟΝΤΑΣ ΤΙΣ  ΟΡΙΑΚΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ

Η έκθεση του Γιώργου Σαμψωνίδη θέτει,  τόσο με τον τίτλο, όσο και με το περιεχόμενό της,το ενδιαφέρον και του θεατή, αλλά και του πιο υποψιασμένου κριτικού, πραγματικά επί τον τύπο των ήλων σε ορισμένες από τις επίκαιρες λειτουργίες και φόρμες της τέχνης. Μέσα σε μία εποχή που κατακλύεται από εικόνες κάθε είδους και εμπειρίες τόσο ακαριαίες, πυκνές μέσα στην ταχύτητα της διάδοσής τους, η τέχνη πλέον καλείται να αναθεωρήσει πολλές από τις καταστατικές οντολογικές και φορμαλιστικές λειτουργίες της και ακριβώς ακροβατώντας σε μία “οριακότητα” (Liminality, για να θυμηθούμε τον τίτλο της έκθεσης), ανάμεσα στο αμιγώς αισθητικό και το καθημερινό, το (“Νέον” κατά τον J-F.Lyotard, που δε σχετίζεται με το πρωτότυπο) “Υψηλόν” και το δεδομένο, την έκσταση μπροστά στο ιδιαίτερο και την περαστική εμπειρία.

Και πραγματικά, η ασύμμετρη παρατακτικότητα των εικόνων και η αντιπαράθεσή τους με τη γραφή που χαρακτηρίζει τον υβριδισμό των έργων του Σαμψωνίδη, παραπέμπει σε μία borderline διαδικασία αποτύπωσης μίας κοινωνικής και εικαστικής εμπειρίας. Η ταυτόχρονη και οιωνεί ταυτόσημη χρήση των τεχνικών μέσων με την παραδοσιακή εικαστική χειρονομία, η επιλογή θεμάτων από την pop κουλτούρα και την αποθεωμένη cult παράδοσή της, η ίδια η πληθώρα των εικόνων που παραπέμπει στη συνύπαρξη και τον συμφυρμό των genres του πολιτισμικού γίγνεσθαι της κοινωνίας (σινεμά, κόμικ, διαφήμιση, γκράφιτι, νέον επιγραφές) δεν εξαντλεί θεματικά το περιεχόμενο των έργων, ακριβώς όπως και μία Μπενγιαμινική πάροδος του flâneur (όπως στo Passagen-werk του) στο περιβάλλον της πόλης δεν εξαντλεί τη διαρκή έκπληξη, αυτό το Schockeffekt του διαρκούς συναισθητικο-αντιληπτικού βομβαρδισμού του σύγχρονου ανθρώπου με εικόνες.

Στο έργο του ο Σαμψωνίδης πλάθει ένα habitus το οποίο περικλείει όλες τις στιγμές, όπως και όλες σχεδόν τις φόρμες και τους συμβολισμούς του αντιληπτικού φαινομένου και της αισθητικής σύλληψης και αποδοχής. Είναι το σύνολο της “αισθητικοποίησης της εμπειρίας” που ναι μεν αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο φαινομενικά, αλλά στη βίωσή του δεν είναι συνεχές και συνεκτικό. Είναι ένα θραυσματικό περιβάλλον, ανάλογο με αυτό που η σύγχρονη καπιταλιστική και καταναλωτική κοινωνία διασπά και ταυτόχρονα τη διαχέει –χάρις στην τεχνική αναπαραγωγιμότητά τους–σε όλην την έκταση του κοινωνικού χρόνου και της αναπαραγωγής του, την διάρκεια (υλική και μορφική) των φετιχοποιημένων προϊόντων στην καθημερινότητα –στα οποία, φευ!, περιλαμβάνονται στο παγκόσμιο χρηματιστήριο της τέχνης και τα εικαστικά έργα καθαυτά. Την τελική, ασταθή και οριακή (liminal) ενότητα του έργου του, που εξασφαλίζει την αναγκαία πυκνότητα για να κατορθώσει ο θεατής να συγκρατήσει τις ασταθείς τούτες εικόνες για να επιτύχει το seeing in, που θα ήθελε και ο R. Wollheim, ο Σαμψωνίδης κατορθώνει να την διατηρήσει χάρις στο μοντάζ.

Ακριβώς τούτο το μοντάζ, σαν συγκρότηση ενός ενιαίου ιστορικού χώρου, που παραπέμπει στην κοινωνική οργάνωση του χρόνου και του χώρου μέσα από την αποτύπωση του πολιτιστικού πλαισίου, επιτρέπει στον Σαμψωνίδη να κάνει ένα καίριο σχόλιο πάνω στην σχέση του έργου τέχνης, του περιεχομένου, της μορφής και της τεχνικής του με τις καθημερινές χρήσεις των εικόνων, των αντικειμένων και της χρήσης τους, τη λειτουργία τους πάνω στο συλλογικό ασυνείδητο και το κοινωνικό υποκείμενο.

Πλέον τα αισθητικά αντικείμενα (κι εδώ εδράζεται η διαφορά της καθημερινής εμπειρίας του Μπένγιαμιν), δεν δημιουργούν ένα απλό Shockeffekt, ούτε και διδάσκουν έναν καινούργιο τρόπο να γίνεται αντιληπτή η πραγματικότητα. Σήμερα τα αντικείμενα της καθημερινής εμπειρίας, που έχουν αναχθεί σε αισθητικά έργα μέσω του design ή της παρωχημένης λειτουργικότητά τους, δημιουργούν ένα “στυλ”. Επιβάλλουν μία στάση και μορφή ζωής, διακηρύσσουν μία κοινωνική και πολιτιστική συμπεριφορά, που ακριβώς καθορίζονται από την “οριακότητα” της διάρκειας και της έντασής τους. Εικόνες, που όπως υπονοεί ο Σαμψωνίδης, μπορούμε να συλλάβουμε και να επεξεργασθούμε μόνο μέσα από το (υποκειμενικό πάντα, αλλά και συνάμα γενικευμένο στην κριτική του ανάλυση) “μοντάζ” τους και περιεκτική σύνοψή τους.

Δρ. Γιώργης-Βύρων Δάβος

 

 GEORGE SAMPSONIDIS

Liminality

13 March – 13 April  2024

GEORGE SAMPSONIDES: COMPOSING THE LIMINALITIES OF THE AESTHETIC EXPERIENCE

 

One of the main characteristics in George Sampsonides’ exhibition, that raises, by means of its title and its content, the interest of both the viewer and the most suspicious critic, is that the artist really puts his finger on some of the current functions and forms of art. In an era so utterly overwhelmed by images of all kinds and experiences so instantaneous and dense in the speed of their diffusion, art is now expected to review many of its statutory ontological and formalistic functions. This is achieved by assuming the acrobatic stance of a “liminality” (Liminality, is by the way the title of the exhibition) between the purely aesthetic and the everyday life, the “New Sublime” (according to J-F. Lyotard, as not related to the original term launched by Kant) and the given, the ecstasy in front of the unique and the fugacious experience.
As a matter of fact, the asymmetrical parataxis of the images and their juxtaposition with a text that characterizes the hybridity of Samsonides’ works, refers directly to a borderline process of capturing a social and visual experience. The simultaneous and seemingly identical use of technical means with the traditional technique of the gesture in painting, the choice of topics from the pop culture and the glorified tradition of its cult version, this very abundance of images that alludes to the coexistence and fusion of the genres of the cultural process in the society ( cinema, comics, advertising, graffiti, neon signs) does not thematically exhaust the content of the works. Exactly like the passage of the flâneur in Benjamin’s Passagen-werk in the city environment does not exhaust the non-stop surprise, the Schockeffekt of the constant synesthetic-perceptual bombardment of the modern man with images.
In his work, Sampsonidis creates a habitus in which he manages to encompass all the moments, as well as almost every form and symbol of the perceptual phenomenon and the aesthetic conception and acceptance. It is the sum of the “aestheticization of the experience” that, although appears as a whole, however in the course of its experience it is revealed discontinuous and incoherent. It arises as a fragmented environment, analogous to the one that modern capitalist and consumer society dismember and simultaneously diffuses -thanks to the technical reproducibility-throughout the full extent of the social time and its reproduction, the duration (material and formal) of the fetishized products in everyday life . A process that, alas, includes the work of arts in the guise of assets in the global art money-exchange. It is the editing process that helps Sampsonides to achieve the final, unstable and liminal however, unity of his work, which ensures the necessary density of the whole that enables the viewer to grasp these unstable images in order to achieve the seeing in, the property for the appreciation and apprehension of the artworks so dear to R. Wollheim.

It is precisely the editing (this assembling technique), as the composition of a unique historical space that refers to the social organization of time and space through the imprinting of the cultural context, that allows Sampsonides to make a key comment on the relationship between the work of art, the content, the form and technique with the everyday uses of images, objects and their utility, their function on the collective unconscious and the social subjectivity.
Henceforward the aesthetic objects (and here lies the difference of Benjamin’s daily experience), do not create a simple Shockeffekt, nor do they teach the masses a new way of perceiving the reality of modern times. Today the objects of daily experience, which have been reduced to aesthetic works through the omnipresence of the design or after their functionality has become obsolete and passée, create a “style“. They impose an attitude and form of life, they proclaim a social and cultural behavior, determined exactly by the “limitality” of their duration and intensity. Images, which, as Sampsonides implies, are captured and processed only through their (always subjective, but at the same time generalized in his critical analysis) “editing” and by comprehensively summarizing them.

Dr. George-Byron Davos

 

George Sampsonidis (b.1987) is a multidisciplinary artist working in a variety of mediums. He received his BFA from Athens School of Fine Arts in 2012 and his MFA in Audiovisual Arts from Ionian University in Corfu in 2019. As an artist, George Sampsonidis, uses the juxtaposition of historical art references and everyday objects, including archive photos from the social realism movement, mass media imagery and text, in his exploration of existentialism, memory, illusion and utopia. He has presented solo and group exhibitions in galleries and museums such as “Frames of Reference. From the Bank of Greece Collection” (Benaki Museum), 16th Athens Digital Arts Festival, “A Certain Blue of the Sea is so Blue that only Blood would be more Red” (Ionian Parliament), “senses – gestures” (Kappatos Gallery), “Conatus” (Genesis Gallery), «AEGEANALE” (Kivotos Art Projects), “Invisible Troupe” (Museum Of Modern Egyptian Art), “Talking about the future” (Melina Cultural Center). Also, he participated in art fairs such as Art-Athina and Beirut Art Fair represented by  Kappatos Gallery. He currently lives and works in Athens.